Στις εκλογές του Συνδικάτου Επισιτισμού Τουρισμού Ξενοδοχείων και συναφών επαγγελμάτων Ν. Αττικής που διεξήχθηκαν στο διάστημα μεταξύ 4-10 και 13-14 Απριλίου, η Λάντζα αγωνιστική εργατική συσπείρωση στον επισιτισμό-τουρισμό έδωσε την πρώτη της εκλογική μάχη, πετυχαίνοντας να εκλέξει έναν αντιπρόσωπο στην Κεντρική Διοίκηση, έναν αντιπρόσωπο στην Πανελλήνια Ομοσπονδία Εργατών Επισιτισμού και Υπαλλήλων Τουριστικών Επαγγελμάτων και δύο αντιπροσώπους στο Εργατικό Κέντρο Αθήνας. Η Λάντζα από την ίδρυσή της το 2014 έως και σήμερα παρεμβαίνει μαχητικά στο σύνολο του κλάδου και μέσα από τις τάξεις του Συνδικάτου. Η εκλογή αντιπροσώπου στην Κεντρική Διοίκηση, σε ένα από τα μαζικότερα συνδικάτα της Αττικής (συνολικά ψήφισαν 2.984) που εντάσσεται σε έναν από τους πλέον κομβικούς κλάδους της ελληνικής οικονομίας, αποτελεί ένα σημαντικό βήμα προς την μαζικοποίηση και οργάνωση των εργαζομένων του κλάδου, θέτοντας νέα στοιχεία και χαρακτηριστικά.
Οι εργαζόμενοι στον κλάδο του επισιτισμού έρχονται καθημερινά αντιμέτωποι με τις πλέον μαύρες συνθήκες εκμετάλλευσης και εργοδοτικής αυθαιρεσίας. Μαύρη εργασία, εξαντλητικά ωράρια, μη καταβολή υπερωριών και δώρων και μια σειρά άλλων στοιχείων συνθέτουν το εργασιακό περιβάλλον για την πλειοψηφία των εργαζομένων. Ιδιαίτερα όσον αφορά τα επισιτιστικά μαγαζιά, τα επίπεδα συνδικαλιστικής οργάνωσης είναι πολύ χαμηλά και η πάλη ενάντια στις παράλογες απαιτήσεις της εργοδοσίας είναι καθημερινή. Η έλλειψη συλλογικής σύμβασης εργασίας στον κλάδο του επισιτισμού που να διασφαλίζει όλους τους εργαζόμενους, από το πιο μικρό μαγαζί στην Αθήνα μέχρι και το μεγαλύτερο εστιατόριο της Ρόδου, αποτελεί βασική διεκδίκηση που θα διασφαλίσει ανθρώπινες συνθήκες εργασίας.
Όσον αφορά τους ξενοδοχοϋπάλληλους, παρόλο που υπάρχει συλλογική σύμβαση στον κλάδο, αυτή βρίσκεται συνεχώς υπό αμφισβήτηση τόσο από την γραφειοκρατική ηγεσία της ομοσπονδίας που τα βρίσκει κάτω από το τραπέζι με την Πανελλήνια Ομοσπονδία Ξενοδόχων (ΠΟΞ) για μηδενικές αυξήσεις, όσο και από την εργοδοσία που πάντα βρίσκει παραθυράκια μέσω πρακτικών, voucher, μαθητείας για να έχει φτηνό και ευέλικτο προσωπικό, εκτός της συλλογικής σύμβασης, η οποία σε πολλές περιπτώσεις δεν εφαρμόζεται, καθώς για το χρονικό διάστημα που είμαστε σε δημοσιονομική προσαρμογή (Μνημόνια) αναστέλλεται η καθολικότητα της και έτσι όσοι εργοδότες δεν είμαι μέλη του ΠΟΞ , δεν έχουν και την υποχρέωση της τήρησης της. Κυβέρνηση – ΕΕ – ΔΝΤ διαλαλούν ότι ποντάρουν στην «βαριά βιομηχανία» του κλάδου για να έρθει η περιβόητη «ανάπτυξη» , στην ουσία όμως απλά εξασφαλίζουν τεράστια κέρδη για λίγους επιβάλλοντας την άγρια εντατικοποίηση και εκμετάλλευση των εργαζομένων.
Η Λάντζα όλο το προηγούμενο διάστημα με μαχητικές παρεμβάσεις και εξορμήσεις προτάσσει τα αιτήματα των εργαζομένων του κλάδου, ενάντια στις γραφειοκρατικές συνδικαλιστικές ηγεσίες και τις ενώσεις εργοδοτών και ξενοδόχων. Κατάφερε να δώσει τον τόνο και να στρέψει το βλέμμα στα περισσότερο πληβειακά τμήματα των εργαζομένων του κλάδου, χτυπώντας τις τάσεις απογοήτευσης και υποχώρησης. Ενάντια σε αντιλήψεις που στοχεύουν αποκλειστικά στην μεταφορά αιτημάτων και στην διαχείριση των εργατικών διαφορών, η Λάντζα στοχεύει στην μαζικοποίηση του Συνδικάτου με πραγματικούς όρους, ώστε να αποτελούν οι διεκδικήσεις και ανάγκες των εργαζομένων στο σήμερα την πυξίδα για ένα ταξικά ανασυγκροτημένο εργατικό κίνημα. Παράλληλα αποτελεί ένα εργατικό σχήμα που θέλει να προβάλει ένα ανεξάρτητο, ακηδεμόνευτο, μαχητικό συνδικαλισμό επιθυμώντας να συμβάλει σε μια ουσιαστική ταξική ανασυγκρότηση του εργατικού κινήματος. Προωθεί μια διαφορετική αντίληψη για τον εργατικό συνδικαλισμό σε αντιπαράθεση με τις ξεπουλημένες ηγεσίες της ΓΣΕΕ και μεγάλων ομοσπονδιών, καλώντας σε ένα ευρύ νικηφόρο μέτωπο εργατικής πάλης.
Η παρουσία της Λάντζα στην Αθήνα και τα αντίστοιχα εργατικά σχήματα στον επισιτισμό σε Πάτρα, Θεσσαλονίκη και Χανιά, με συντονισμό και ανοιχτή επικοινωνία, αποτελούν την αρχή για ένα συνολικά ανατρεπτικό ρεύμα της αντικαπιταλιστικής αριστεράς στον κλάδο. Εντός της συνδικαλιστικής ερήμου, της απογοήτευσης και των χαμηλών προσδοκιών μας από την ίδια μας την εργασία, δεν πρέπει να αγνοούμε την δυνατότητα, αλλά και την ανάγκη, αυτό το σκληρά εκμεταλλευόμενο κομμάτι να αποτελέσει φωτεινό παράδειγμα. Να συμβάλλει με αναβαθμισμένους όρους στην ανάπτυξη του εργατικού κινήματος, να γίνει η συσσωρευμένη οργή και το μπούχτισμα συνείδηση, να επιδιώξει να συγκρουστεί με αναβαθμισμένα πολιτικά χαρακτηριστικά.
Ιδιαίτερα όσον αφορά την νεολαία, για την οποία ο επισιτισμός αποτελεί συχνά την πρώτη της εργασιακή εμπειρία, είναι στοίχημα για όλους και όλες εμάς να μην συμβιβαστούμε εμπεδώνοντας τους όρους της σύγχρονης δουλειάς. Να εμπιστευτούμε από τους αγώνες και να αποτυπώσουμε νίκες στο σήμερα οι οποίες θα μας φέρουν πιο κοντά στην συνολική ανατροπής κάθε μορφής εκμετάλλευσης.
*Το κείμενο δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα ΠΡΙΝ, 24.4.2016